Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΚΡΥΦΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ

     Όταν ήμουν μικρή (εννοώ πολύ μικρή, στο νηπιαγωγείο, όχι στο λύκειο, δεν είμαι καμιά βαρεμένη), πίστευα ότι τα παιχνίδια έχουν δική τους ζωή και το βράδυ, όταν όλοι κοιμούνται, βγαίνουν από τα κουτιά και τα ράφια κι αρχίζουν να χορεύουν για να ξεπιαστούν από την υποχρεωτική ακινησία της μέρας. Μάλιστα σκεφτόμουν ότι, αν είμαι τυχερή, μπορεί να ξυπνήσω κάποια φορά μέσα στη νύχτα και να δω, έστω για μια στιγμή, το μυστικό χορό τους. Αλλά ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι μια παρόμοια, κρυφή ζωή μπορεί να έχουν και τα βιβλία! Φαίνεται όμως ότι κάποιοι άλλοι, όπως ο spike jonze και η olympia le tan, το είχαν σκεφτεί, το ίδιο κι οι ιδιοκτήτες του βιβλιοπωλείου typebooks στο Τορόντο του Καναδά. Και το αποτέλεσμα είναι αυτό το πανέμορφο, παραμυθένιο βίντεο. Περιττό να πω ότι, βλέποντάς το, φούντωσε μέσα μου η μανία με τα βιβλία κι αναδύθηκε ακόμη ένα παιδικό όνειρο: μπαίνω, λέει, μέσα στο βιβλιοπωλείο και με το που με βλέπουν οι ιδιοκτήτες, με ρωτάνε αν είμαι πράγματι αυτή που γράφει το bibliokult. "Ναι" λέω με αυτοπεποίθηση, "εγώ είμαι". "Α!", αναφωνούν αυτοί γεμάτοι θαυμασμό,  "Πόσο χαιρόμαστε που ήρθατε εδώ, στο typebooks! Θα ήταν τιμή μας να πάρετε ό,τι σας αρέσει. Μη ντρέπεστε, όλα είναι στη διάθεσή σας, να, πάρτε κι ένα καρότσι του σούπερ μάρκετ να βάλετε τα βιβλία που θα διαλέξετε". Ένα καρότσι γεμάτο βιβλία! Δώρο, για μένα! Τι τέλειο όνειρο! Τελικά ίσως είμαι λίγο βαρεμένη.

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ

Δεν ξέρω πού βρίσκεται αυτό το graffiti (εγώ πάντως το βρήκα στο literatureismyutopia.tumblr.com), αλλά πολύ θα' θελα να το δω στον τοίχο ενός σχολείου...

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΝΙΤΣΕ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΓΟ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

      Αρκετοί από μας περνάμε πολλή ώρα στο ίντερνετ, διαβάζοντας διάφορα, ωστόσο, διαβάζουμε τόσο γρήγορα και τόσο αφηρημένα που δε συγκρατούμε τίποτα. Τις περισσότερες φορές μάλιστα δε φτάνουμε ούτε ως το τέλος ενός κειμένου αλλά, μετά από μια γρήγορη ματιά, περνάμε σε κάτι άλλο. Εντάξει, αυτό δεν είναι τόσο φοβερό όταν πρόκειται για μια συνέντευξη της Μαντόνα ή μια κριτική της νέας ταινίας του Γούντι Άλεν, τι γίνεται όμως όταν διαβάζουμε ένα σοβαρό άρθρο ή, ακόμα περισσότερο, ένα βιβλίο γεμάτο νοήματα και ανοικτό σε ποικίλες ερμηνείες, ένα έργο όπως Το Μαγικό Βουνό, η Αντιγόνη ή η Ιλιάδα; Πόσο νόημα έχει να διαβάσουμε ένα τέτοιο έργο αν δεν το κάνουμε με την απαραίτητη εγρήγορση  και προσήλωση, αν δεν αφιερώσουμε χρόνο, προκειμένου να συλλάβουμε όσο το δυνατό περισσότερες πτυχές του έργου; Αντί για απάντηση, ας διαβάσουμε το παρακάτω απόσπασμα, που προέρχεται από τον πρόλογο στην "Αυγή" του Νίτσε, ο οποίος, πριν διαπρέψει στη φιλοσοφία, ήταν ήδη κορυφαίος φιλόλογος, αφού σε ηλικία μόλις 24 ετών κατέλαβε την έδρα της κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας. (πηγή: e-keimena.gr)


« [...] γιατί φιλολογία είναι εκείνη η σεβαστή τέχνη, η οποία προπαντός ένα απαιτεί από το λάτρη της, να παραμερίσει, να της δώσει πίστωση χρόνου, να γίνει σιωπηλή, να γίνει αργή - σαν μια τέχνη χρυσοχόου και τέχνη γνωριμίας της λέξης, η οποία οφείλει να αποπερατώσει μια ακέραια λεπτή, προσεκτική εργασία και δε κατορθώνει τίποτα, εάν δεν κατορθώνει τούτο lento. Όμως, ακριβώς για αυτό είναι αυτή σήμερα περισσότερο αναγκαία από κάθε άλλη φορά, ακριβώς με αυτόν τον τρόπο μας ελκύει και μας γοητεύει τόσο ισχυρά, μέσα σε μια εποχή της «εργασίας». Θέλω να ειπώ: της βιασύνης, της αναξιόπρεπης και κάθιδρης, της κατεπείγουσας εργασίας, που θέλει αμέσως να «τελειώνει», επίσης με κάθε παλιό και καινούργιο βιβλίο: αυτή η ίδια δεν τελειώνει τόσο εύκολα με κάποιο κάτι, διδάσκει να διαβάζουμε καλά, δηλαδή αργά, διεισδυτικά, με προφύλαξη και προσοχή, να διαβάζουμε με ανοιχτές πόρτες, με απαλά δάχτυλα και μάτια… »

  

Μετάφραση: Ελένη Λαδιά

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

JOSE GONZALEZ: ΈΝΑΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ

Η προηγούμενη ανάρτηση μου έφερε στο μυαλό τον Jose Gonzalez, έναν Αργεντίνο μουσικό που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σουηδία, όπου κατέφυγαν οι γονείς του ως πολιτικοί πρόσφυγες της δικτατορίας του Βιντέλα. Αν δεν είχαν καταφέρει να φύγουν, ίσως ο Jose να ήταν ένα από τα παιδιά των αγνοουμένων που δόθηκαν για υιοθεσία στους συνεργάτες του καθεστώτος. Ευτυχώς, ήταν απ' αυτούς που γλίτωσαν. Ας ακούσουμε ένα τραγούδι.


Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

ΜΑΠΟΥΤΣΕ: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΩΣ ΕΦΙΑΛΤΗΣ, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΩΣ ΠΑΡΟΝ

     Δεν ξέρω αν το έχετε παρατηρήσει, αλλά συνέχεια γράφω για βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει εδώ και καιρό. Μερικά μάλιστα μπορεί να μην υπάρχουν πια στα βιβλιοπωλεία και να πρέπει κανείς να επιδοθεί σε κυνήγι θησαυρού για να τα εντοπίσει. Αυτή τη φορά όμως θα γράψω για ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Άγρα. Πρόκειται για το πολυβραβευμένο αστυνομικό μυθιστόρημα "Μαπούτσε", του Γάλλου Caryl Ferey, σε μετάφραση Αργυρώς Μακάρωφ, το οποίο θα γυριστεί σύντομα σε ταινία από τον Guillaume Ivernel, σε σενάριο του ίδιου του συγγραφέα.
     Η υπόθεση, σε γενικές γραμμές, είναι η εξής: Στο σύγχρονο Μπουένος Άιρες, η Ζανά, μια νεαρή γλύπτρια από τη φυλή των Μαπούτσε, και η μοναδική της φίλη, η τραβεστί Πάουλα, αναζητούν τον δολοφόνο της Λους, που έκανε πιάτσα μαζί με την Πάουλα στο λιμάνι της πόλης. Παράλληλα, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Ρουμπέν Καλδερόν, ένας από τους λίγους που βγήκαν ζωντανοί από τις φυλακές της δικτατορίας του Βιντέλα κι έκτοτε αφιερώνει όλες του τις δυνάμεις στην αποκάλυψη της αλήθειας για τους "αγνοουμένους" του καθεστώτος, ερευνά την υπόθεση της εξαφάνισης μιας φωτογράφου, κόρης ενός από τους ισχυρότερους άνδρες της πόλης. Οι δύο - φαινομενικά άσχετες - υποθέσεις συσχετίζονται κι οι δύο ήρωες φέρνουν στο φως εγκλήματα που διαπράχθηκαν την εποχή της δικτατορίας και έμειναν ατιμώρητα.
     Σ' αυτό το αστυνομικό μυθιστόρημα λοιπόν, η πλοκή ξετυλίγεται με υποδειγματικό τρόπο. Στην αρχή, όσο οι ήρωες προσπαθούν να καταλάβουν τι συμβαίνει, η δράση προχωρά αργά. Στη συνέχεια όμως, καθώς οι ήρωες συνδέουν όλα τα κομμάτια της ιστορίας και κυριεύονται από μια λυσσασμένη αποφασιστικότητα να λογαριαστούνε με τα καθάρματα, τα πράγματα εξελίσσονται απίστευτα γρήγορα. Η δράση είναι καταιγιστική και τα φοβερά γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο με τέτοιο ρυθμό, που ένιωθα ότι θα πάθω συγκοπή από την ένταση. Εννοείται ότι δε μπορούσα ν' αφήσω το βιβλίο από τα χέρια μου, γι' αυτό και το τελείωσα μέσα σε δυο μέρες, αν και αποτελείται από πεντακόσιες περίπου σελίδες. Αυτό, βέβαια, συμβαίνει γενικά με τα αστυνομικά μυθιστορήματα: δεν μπορείς να τ' αφήσεις μέχρι να μάθεις τον δολοφόνο, με λίγα λόγια μέχρι να φτάσεις στο τέλος. Ωστόσο, εδώ έχουμε μια ιδιαίτερη περίπτωση αστυνομικού μυθιστορήματος, όπου όλα είναι στον υπερθετικό βαθμό: η ένταση, οι ανατροπές και, πάνω απ' όλα, η βία. Πραγματικά, πρόκειται για ένα πάρα, μα πάρα πολύ βίαιο βιβλίο, σε βαθμό που, ειδικά στο τέλος, ένιωθα ότι μου πετούσαν στο πρόσωπο απανωτούς κουβάδες με αίμα, παρ' όλο που, κατά τη γνώμη μου, κάποιες από τις πιο βάναυσες σκηνές θα μπορούσαν να λείπουν, χωρίς να ζημιωθεί η πλοκή.
     Όσον αφορά στην πολιτική διάσταση του μυθιστορήματος τώρα, που είναι και η πιο ενδιαφέρουσα, ο συγγραφέας φέρνει στην επιφάνεια όλες τις ανοιχτές πληγές της Αργεντινής: τη γενοκτονία των Μαπούτσε κι όλων των άλλων φυλών των αυτοχθόνων, τη δικτατορία του Βιντέλα με τις απαγωγές, τις εξαφανίσεις και τα βασανιστήρια και βέβαια την προ δεκαετίας οικονομική πτώχευση, της οποίας τα σημάδια είναι ακόμη ορατά στη χώρα, με την εξαθλίωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, τις παραγκουπόλεις, τα φτηνά ναρκωτικά και την όξυνση της εγκληματικότητας. Είναι φανερό ότι ο συγγραφέας ξέρει για τι πράγμα μιλάει - άλλωστε στο τέλος του βιβλίου παραθέτει μια ενδεικτική βιβλιογραφία - και παρουσιάζει  μια ζοφερή πραγματικότητα, όπου οι συνεργάτες του καθεστώτος Βιντέλα παραμένουν ατιμώρητοι και συνεχίζουν να κινούν τα νήματα, τοποθετημένοι σε θέσεις -κλειδιά, ακόμα και σήμερα. Ή μάλλον σήμερα ακόμα περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αφού το χάος που δημιουργήθηκε με την οικονομική καταστροφή της χώρας επέστρεψε στους συνεργάτες της δικτατορίας να επανέλθουν στο προσκήνιο.
     Αυτό ακριβώς είναι που με ανατριχιάζει σ' αυτό το βιβλίο, πολύ περισσότερο από τις σκηνές βίας: η αίσθηση ότι η ιστορία αυτή θα μπορούσε να εκτυλίσσεται στην Ελλάδα, είτε τώρα, είτε σε λίγα χρόνια. Κι εδώ, ένα μεγάλο μέρος των συνεργατών της χούντας παρέμεινε ατιμώρητο και συνεχίζει να κινείται στη σκιά. Κι εδώ, τώρα πια, η οικονομική κρίση έχει φέρει την εξαθλίωση, το φασισμό και την αποκτήνωση. Κι εδώ έχουν αρχίσει να ξυπνούν τα φαντάσματα του παρελθόντος...


Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΙΠΤΑΜΕΝΟΣ ΟΛΛΑΝΔΟΣ

     Ένα μεγάλο μέρος του χρόνου μου, κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, το πέρασα σε ιατρεία, κέντρα υγείας και νοσοκομεία, ενώ παράλληλα κατάπια ένα σωρό φάρμακα. Δε θα χαρακτήριζα την εμπειρία ευχάριστη, κάθε άλλο, ωστόσο, τώρα που φαίνεται ότι όλα πέρασαν, μπορώ να κάνω και -λίγη- πλάκα, για ν' αποφύγω τον κίνδυνο να πάρω τον εαυτό μου πολύ στα σοβαρά. Επειδή όμως δε διαθέτω το σατανικό χιούμορ του Μπουλγκάκοφ, ο οποίος ήταν κι ο ίδιος γιατρός, όπως, άλλωστε, πολλοί άλλοι πρώτης γραμμής λογοτέχνες, παραθέτω ένα δικό του, "ιατρικό" διήγημα, τον "Ιπτάμενο Ολλανδό". Μπορεί κανείς να το βρει σε ένα εξαιρετικό βιβλίο από τις εκδόσεις Πλέθρον, την "Ανθολογία Ρωσικού Διηγήματος του Μεσοπολέμου". Περιλαμβάνει συγγραφείς από τον Μαξίμ Γκόρκι και τον Ισαάκ Μπάμπελ ως τον Αρσένι Ταρκόφσκι και τη Μαρίνα Τσβετάγιεβα, μα κάθε διήγημα ξεχωριστά είναι πετράδι στον ανεκτίμητο θησαυρό της ρώσικής λογοτεχνίας.

Από το ημερολόγιο ενός ασθενούς.
     5 Ιουλίου. Άρχισα να βήχω. Βήχω συνέχεια. Δεν σταματώ όλη νύχτα. Αντί να κοιμάμαι, βήχω.
     7 Ιουλίου. Γράφτηκα να με δει γιατρός.
     10 Ιουλίου. Χτύπησε μ' ένα σφυράκι κι ύστερα είπε, "Χμ!". Τι να σημαίνει αυτό το "χμ";
     11 Ιουλίου. Έβγαλα ακτινογραφία. Τι ωραία! Ολόμαυρη, και τα παΐδια άσπρα.
     20 Ιουλίου. Την πάθαμε, αγαπητοί σύντροφοι, έχω φυματίωση. Έχε γεια, καημένε κόσμε!
     30 Ιουλίου. Με στέλνουν στο σανατόριο "Νους υγιής" στην εξοχή. Μου' δωσαν επίδομα και δωρεάν εισιτήριο τρίτης θέσης, με κουβέρτα.
     1 Αυγούστου... και με κοριούς. Ταξιδεύω, πολύ ωραία τοπία. Οι κοριοί μεγάλοι σαν κατσαρίδες.
     3 Αυγούστου. Έφτασα στη Σιβηρία. Πολύ ωραία. Έκανα και λίγη απόσταση με άλογα, 293 βέρστια. Φοραδίσιο γάλα.
     6 Αυγούστου. Αμ δε, φοραδίσιο γάλα! Λάθος, μου λένε, δεν έχετε καθόλου φυματίωση. Έβγαλα άλλη ακτινογραφία. Είδα το νεφρό μου. Αηδιαστικό.
     8 Αυγούστου. Έτσι, λοιπόν, να' μαι να γράφω στο Ροστόφ- επί- του Ντον. Πολύ ωραία πόλη. Θα εισαχθώ στο θεραπευτήριο "Το δώρο του ήλιου" στο Κισλοβόσκ.
     12 Αυγούστου. Κισλοβόσκ. Τίποτα πάλι. Το νεφρό δεν φταίει σε τίποτα. Μού λένε: Ποιος διάβολος σ' έστειλε σ' εμάς;
     15 Αυγούστου. Γράφω πάνω στο πλοίο, που με παίρνει στην Κριμαία, άρρωστος τάχα δήθεν με σύφιλη (υποβόσκουσα). Κάνω εμετό λόγω θαλασσοταραχής. Καταραμένη να'ναι τέτοια θεραπεία!
     22 Αυγούστου. Η Γιάλτα θα ήταν εξαιρετική πόλη, αν δεν ήταν στη μέση η ιατρική! Μυστήρια επιστήμη. Εδώ μού βρήκανε σκουληκάκια στα κόπρανα και σκωληκοειδίτιδα σε λανθάνουσα μορφή. Με στέλνουν στο Λίμπετσκ της επαρχίας Ταμπόφσκ. Έχετε γεια, νερά της Μαύρης Θάλασσας!
     25 Αυγούστου. Στο Λίμπετσκ όλοι παραξενεύονται. ο γιατρός είναι πολύ συμπαθητικός. Για τα σκουληκάκια, εκφράστηκε ως εξής:
     - Εκείνοι είναι τα σκουληκάκια!
     Με πήγε στο παράθυρο, με κοίταξε στα μάτια και μού είπε:
     - Έχετε εμφύσημα στην καρδιά.
     Εγώ πάλι, είχα τόσο συνηθίσει στην ιδέα ότι είμαι όλος σάπιος, ώστε ούτε καν τρόμαξα. Κι αμέσως τον ρωτώ: Πού να πάω;
     Στο Μπορζόμι, πληροφορούμαι.
     Καύκασε, έχε γεια!
     1 Σεπτεμβρίου. Στο Μπορζόμι ούτε τις βαλίτσες μου δεν μ' άφησαν ν' ανοίξω. Δεν δεχόμαστε φυματικούς, μού λένε.
     Για φαντάσου, έγινα και φυματικός τώρα! Πάει, τα φάγαμε τα ψωμιά μας! Φεύγω πάλι για τη Σιβηρία, πάω στο...
     10 Σεπτεμβρίου. Υπέροχη λίμνη, αγία Βαϊκάλη! Πολύ ωραία τα τοπία εδώ, αλλά κάνει ένα κρύο σκυλίσιο. Κι ο γιατρός εδώ είπε ότι είναι βλακεία να περιφέρομαι στα θεραπευτήρια τη στιγμή που όπου να' ναι θ' αρχίσουν τα χιόνια. Εσείς, μου λέει, έχετε ανάγκη από ζεστά κλίματα. Θα σας εξαποστείλω, λέει, στην Κριμαία... Τού λέω, από' κει έρχομαι, μερσί. Μού λέει, πού ακριβώς ήσασταν; Στη Γιάλτα, τού λέω. Ωραία, λέει, θα σας στείλω στην Ακούπκα. Εμένα το ίδιο μου κάνει, ας με στείλει και στα κέρατα του διαβόλου. Αγόρασα ένα γούνινο παλτό και ξεκίνησα.
     25 Σεπτεμβρίου. Στην Ακούπκα τα βρήκα όλα κλειστά. Μού λένε: πηγαίνετε πίσω στο σπίτι σας, φτάνει πια να γυρίζετε εδώ κι εκεί στη Δημοκρατία σαν τον αδέσποτο. Τα παράτησα όλα κι επέστρεψα στο σπίτι μου.
     1 Οκτωβρίου. Ναι' μαι στο σπίτι μου. Κατά τη διάρκεια της απουσίας μου η γυναίκα μου άρχισε να με απατά. Πήγα στο γιατρό. Είστε μια χαρά, μού λέει, υγιέστατος. Και γιατί, του λέω, με στέλνατε εδώ κι εκεί τόσο καιρό; Μού απαντά: ένα λάθος όλο κι όλο! Εντάξει, ένα λάθος παραπάνω, τι να γίνει; Αύριο επιστρέφω στη δουλειά μου.

Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, μτφρ. Τάνια Ραχματουλίνα, Ανθολογία Ρώσικου Διηγήματος του Μεσοπολέμου, Εκδόσεις Πλέθρον.


Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΝΤΡΙΑΝ ΜΟΛ: ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΈΦΗΒΟΣ


     Κάθε χρόνο, στις αρχές Σεπτεμβρίου, θυμάμαι την απόγνωση που ένιωθα στην εφηβεία, επειδή πλησίαζε η μέρα που θ'άνοιγαν πάλι τα σχολεία. Είναι κάτι που νιώθουν όλοι οι μαθητές, σε κάθε εποχή και σε κάθε περιοχή, εκτός κι αν έχουν υποστεί λοβοτομή ή υποφέρουν από κάποια άλλη σοβαρή δυσλειτουργία. Το παράξενο όμως είναι ότι πρόκειται για ένα από τα λίγα πράγματα που μπορώ να ανακαλέσω με ακρίβεια από τα πρώτα δεκαπέντε περίπου χρόνια της ζωής μου, παρ'όλο που είναι η περίοδος που βιώνουμε έντονα το κάθετι κι ο περιορισμένος κόσμος μας, που συνήθως αποτελείται από τη γειτονιά και το σχολείο, είναι στα μάτια μας ένας θαυμαστός, απέραντος κόσμος, γεμάτος περιπέτειες. Ωστόσο, οι περισσότεροι από μας παύουμε να έχουμε πρόσβαση σ' αυτόν τον κόσμο μόλις φτάνουμε στην ενηλικίωση κι αναπολούμε με νοσταλγία την εποχή που υποφέραμε για την πρώτη ερωτική μας απογοήτευση ή αγχωνόμασταν για το διαγώνισμα των μαθηματικών, γιατί τώρα μας φαίνονται ασήμαντα, αλλά ξεχνάμε ότι τότε ήταν πράγματι εξαιρετικά σημαντικά και τα βιώναμε ως φοβερά δράματα.
     Λίγοι, λοιπόν, είναι οι άνθρωποι που όντως θυμούνται πώς είναι να είσαι παιδί κι ανάμεσά τους
ανήκει αναμφισβήτητα και η Αγγλίδα Σου Τάουνσεντ, η οποία βρίσκεται πίσω από τον Άντριαν Μολ και τα περίφημα ημερολόγιά του. Το πρώτο βιβλίο της σειράς ("Το Κρυφό Ημερολόγιο Του Άντριαν Μολ, Ηλικίας 13 Χρονών Και 3/4") μου το χάρισαν όταν ήμουν ακόμα στην εφηβεία, αλλά από τότε το έχω ξαναδιαβάσει άπειρες φορές και πάντα γελάω ασταμάτητα με τις περιπέτειες του δύστυχου έφηβου, οι οποίες θα ήταν πολύ θλιβερές, αν δεν ήταν τόσο αστείες. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: ο Άντριαν Μολ, 13 χρονών και 3/4 ζει στο Λέστερ της Αγγλίας στις αρχές της δεκαετίας του 80 και μεγαλώνει σε μια δυσλειτουργική οικογένεια της εργατικής τάξης. Οι γονείς του πίνουν πολύ, έχουν παράλληλες σχέσεις, χωρίζουν κι αργότερα τα ξαναβρίσκουν και το σκυλί (ποτέ δεν αναφέρεται τ'όνομά του, παραμένει σ'όλα τα βιβλία "το σκυλί") μονίμως τρώει ή πατάει πάνω σε ακατάλληλα πράγματα, όπως κάρβουνα και πλαστικά στρατιωτάκια. Εκτός από την οικογένεια, υπάρχει και το μαρτύριο του σχολείου: ο διευθυντής, ο γουρλομάτης Σκρούτον, που είναι έτοιμος να πατάξει κάθε εκδήλωση ανυπακοής, ο Μπάρυ Κεντ, ο αναλφάβητος σκίνχεντ που εκφοβίζει τον Άντριαν και η Πανδώρα, η πανέμορφη, πανέξυπνη και δυναμική Πανδώρα, με την οποία ο Άντριαν είναι ισόβια ερωτευμένος. Μέσα σ' αυτό το περιβάλλον, ο Άντριαν μετρά τα σπυράκια στο πρόσωπο και την πλάτη του, ικετεύει τη μάνα του να του δώσει δικαιολογητικό για την αποχή από τη γυμναστική, γράφει ποιήματα και φαντασιώνεται ότι θ' αποκτήσει τη δική του εκπομπή ποίησης στο BBC, ερωτεύεται σαν να είναι ήρωας ρομαντικού μυθιστορήματος και δηλώνει άθεος υπαρξιστής- μηδενιστής, αλλά για να μη στενοχωρήσει τη γιαγιά του, τη συνοδεύει στην εκκλησία... Δεν πιστεύω να μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι τίποτα, μα τίποτα απ' όλα αυτά δεν του είναι γνώριμο! Αντιθέτως, όλοι μπορούμε να αναγνωρίσουμε κάτι από τον εαυτό μας στα όνειρα, τα άγχη και τις σκέψεις του Άντριαν, καθώς και στη χαριτωμένη αφέλεια με την οποία τα διατυπώνει.
     Εκτός όμως από την ξεκαρδιστική απεικόνιση της εφηβείας, η σειρά με τα ημερολόγια του Άντριαν Μολ, τουλάχιστον τα τρία πρώτα, τα οποία αναφέρονται στα νεανικά του χρόνια, έχει και μια άλλη, πιο σοβαρή, πολιτική πλευρά, κι αυτή είναι η ζωή στην Αγγλία επί Θάτσερ: η ανεργία, η εξαθλίωση της εργατικής τάξης, η αποσύνθεση του δημόσιου σχολείου και η άνοδος των νεοναζί. Πίσω από τις αστείες και συγκινητικές καταγραφές του Άντριαν στο ημερολόγιό του, απλώνεται ένας κόσμος γεμάτος θλίψη, μιζέρια και ανασφάλεια, που έχει πολλά κοινά με τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα.

Υ.Γ. 1: Είμαι πάντως σίγουρη ότι ο Άντριαν ήταν ανάμεσα σ' αυτούς που πανηγύρισαν το θάνατο της Θάτσερ τον περασμένο Απρίλιο και θα'θελα πολύ να διαβάσω τι κατέγραψε σχετικά στο ημερολόγιό του.

Υ.Γ. 2: Το πρώτο βιβλίο γυρίστηκε σε σειρά, η οποία προβλήθηκε στην αγγλική τηλεόραση το 1985 και στην ελληνική το 1989. Όχι, δεν πρωταγωνιστεί ο Χάρι Πόττερ, παρ' όλο που του μοιάζει. Ορίστε το πρώτο επεισόδιο.