Ο George Harrison πίνει μια μπύρα μαζί με τη μητέρα του, η οποία τον κοιτάζει με ολοφάνερη λατρεία λίγο πριν κατεβάσει κι αυτή μια γουλιά. Ό,τι κι αν ονειρευόταν εκείνη τη στιγμή για τον γιο της, δεν υπάρχει περίπτωση να μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος της επιτυχίας του μ' εκείνο το συγκρότημα που είχε φτιάξει με κάτι παιδιά από το σχολείο...
Σ' αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε ένα παχουλό νήπιο που δεν είναι άλλος από τον Keith Richards. Από το βλέμμα καταλαβαίνουμε ότι ήταν ζόρικος ακόμα και ως πιτσιρίκι, αλλά τουλάχιστον τότε η μαμά κρατούσε σφιχτά τα λουριά· μετά που τα χαλάρωσε, τα είδαμε τα χαΐρια του γιου της, τα οποία μπορούμε άλλωστε και να διαβάσουμε στην απολαυστικότατη αυτοβιογραφία του, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροδακιό (σειρά Λατέρνατιβ) και συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο sex and drugs and rock and roll στην πιο καθαρόαιμη μορφή του.
Κι η αγαπημένη μου Μέριλιν, απαστράπτουσα, δίπλα στη μαμά της. Η Μέριλιν δεν ήταν τυχερό παιδί: ούτε γνώρισε τον πατέρα της ούτε έζησε μαζί με τη μητέρα της, που έπασχε από μανιοκατάθλιψη και περνούσε μεγάλα διαστήματα στο νοσοκομείο. Το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής και εφηβικής της ηλικίας η Μέριλιν το πέρασε στο ορφανοτροφείο και σε ανάδοχες οικογένειες, από τις οποίες όμως καμιά δεν την υιοθέτησε μιας και η μητέρα της δεν ήθελε να υπογράψει τα χαρτιά υιοθεσίας -υποθέτω ότι δεν ήθελε, έστω και τυπικά, να της πάρουν την κόρη της.
Σ' αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε τη μητέρα ενός συγγραφέα αλλά όχι τον ίδιο τον συγγραφέα, καθώς η μητέρα του Γεώργιου Βιζυηνού δεν ποζάρει μαζί με το "Γιωργί" της αλλά με τον άλλο της γιο, τον Μιχαήλο, και τη γυναίκα του. Δε μπορούσα όμως να μην τη συμπεριλάβω στο αφιέρωμα, εφόσον κατέχει τόσο σημαντικό ρόλο στο έργο του γιου της και γενικότερα στην ελληνική λογοτεχνία με το συγκλονιστικό Αμάρτημα της Μητρός μου. Η ζωή μπορούσε να γίνει πολύ σκληρή για τις φτωχές γυναίκες στα Βαλκάνια, στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά ειδικά γι' αυτή την γυναίκα, που είδε όλα της τα παιδιά να πεθαίνουν με τραγικό τρόπο, παραήταν σκληρή.
Σ' αυτή την οικογενειακή φωτογραφία βλέπουμε τον Νίκο Καζαντζάκη (όρθιος πάνω αριστερά) μαζί με τη μητέρα του που κάθεται δίπλα στον αδερφό της και άλλα μέλη της οικογένειάς τους. Διαβάζοντας το εκπληκτικό βιβλίο του ψυχιάτρου Πέτρου Χαρτοκόλλη "Λογοτεχνία και Ψυχανάλυση" από τις εκδόσεις Θεμέλιο, αντιλήφθηκα το, κατά κάποιο τρόπο, δράμα του Καζαντζάκη: ενώ πάσχιζε να μοιάσει στη ρωμαλέα προσωπικότητα του πατέρα του, τον αρχετυπικό Κρητικό που περιγράφει στον καπετάν Μιχάλη, στην πραγματικότητα είχε την εύθραυστη ιδιοσυγκρασία της μητέρας του, πράγμα που δε μπόρεσε ποτέ να αποδεχτεί. Ίσως αυτή η αίσθηση ότι προσπαθεί να πείσει για κάτι που δεν είναι και κρύβεται πίσω από τα μεγάλα λόγια του τύπου "δε φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι λέφτερος" να είναι που με απωθεί στο έργο του.
Σ' αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε τον Τσέχοφ με τη μητέρα του και τις δύο αδερφές του. Ούτε ο Τσέχοφ είχε χαρούμενα παιδικά χρόνια -δεν ξέρω αν υπάρχει μεγάλος συγγραφέας με χαρούμενα παιδικά χρόνια, είμαι όμως σχεδόν σίγουρη ότι δεν υπάρχει μεγάλος Ρώσος συγγραφέας με χαρούμενα παιδικά χρόνια. Ο πατέρας του, όπως και ο πατέρας του Ντοστογιέφσκι, ήταν αυταρχικός, βίαιος και μέθυσος, ενώ η μητέρα του, που υπέφερε όπως και τα παιδιά της από τα ξεσπάσματα του άντρα της, προσπαθούσε να δημιουργήσει έναν άλλο, πιο χαρούμενο κόσμο γι' αυτά, μέσα από τις ιστορίες που τους αφηγούνταν για τα ταξίδια που έκανε σε όλη τη Ρωσία μαζί με τον έμπορο πατέρα της.
Από τις οικογενειακές φωτογραφίες δε θα μπορούσε να λείπει αυτή του Μαρσέλ Προυστ μαζί με τον αδερφό του Ρομπέρ και την αγαπημένη του μητέρα, της οποίας τα χαρακτηριστικά έχει δώσει στους χαρακτήρες της μητέρας και της γιαγιάς του αφηγητή στο Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο. Ο Προυστ ήταν εξαιρετικά δεμένος με τη μάνα του· όντας φιλάσθενος ως παιδί, ενέπνευσε στη μητέρα του μια υπερπροστατευτική συμπεριφορά, που μάλλον τον οδήγησε ν' αναπτύξει μια ανυπόφορη ευαισθησία που άγγιζε (για να μην πω ξεπερνούσε) την υποχονδρία.
Το αφιέρωμα στις μαμάδες θα κλείσει με τη φωτογραφία του Μπρεχτ και του αδερφού του μαζί με τη μητέρα τους. Πέρα από το ότι ο Μπρεχτ φαίνεται να ήταν ένα γλυκύτατο παιδάκι, έχει γράψει ένα συγκλονιστικό ποίημα για τον θάνατο της μητέρας του, με το οποίο θα ήθελα να κλείσω αυτό εδώ το post:
Σ' αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε ένα παχουλό νήπιο που δεν είναι άλλος από τον Keith Richards. Από το βλέμμα καταλαβαίνουμε ότι ήταν ζόρικος ακόμα και ως πιτσιρίκι, αλλά τουλάχιστον τότε η μαμά κρατούσε σφιχτά τα λουριά· μετά που τα χαλάρωσε, τα είδαμε τα χαΐρια του γιου της, τα οποία μπορούμε άλλωστε και να διαβάσουμε στην απολαυστικότατη αυτοβιογραφία του, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροδακιό (σειρά Λατέρνατιβ) και συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο sex and drugs and rock and roll στην πιο καθαρόαιμη μορφή του.
Κι η αγαπημένη μου Μέριλιν, απαστράπτουσα, δίπλα στη μαμά της. Η Μέριλιν δεν ήταν τυχερό παιδί: ούτε γνώρισε τον πατέρα της ούτε έζησε μαζί με τη μητέρα της, που έπασχε από μανιοκατάθλιψη και περνούσε μεγάλα διαστήματα στο νοσοκομείο. Το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής και εφηβικής της ηλικίας η Μέριλιν το πέρασε στο ορφανοτροφείο και σε ανάδοχες οικογένειες, από τις οποίες όμως καμιά δεν την υιοθέτησε μιας και η μητέρα της δεν ήθελε να υπογράψει τα χαρτιά υιοθεσίας -υποθέτω ότι δεν ήθελε, έστω και τυπικά, να της πάρουν την κόρη της.
Σ' αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε τη μητέρα ενός συγγραφέα αλλά όχι τον ίδιο τον συγγραφέα, καθώς η μητέρα του Γεώργιου Βιζυηνού δεν ποζάρει μαζί με το "Γιωργί" της αλλά με τον άλλο της γιο, τον Μιχαήλο, και τη γυναίκα του. Δε μπορούσα όμως να μην τη συμπεριλάβω στο αφιέρωμα, εφόσον κατέχει τόσο σημαντικό ρόλο στο έργο του γιου της και γενικότερα στην ελληνική λογοτεχνία με το συγκλονιστικό Αμάρτημα της Μητρός μου. Η ζωή μπορούσε να γίνει πολύ σκληρή για τις φτωχές γυναίκες στα Βαλκάνια, στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά ειδικά γι' αυτή την γυναίκα, που είδε όλα της τα παιδιά να πεθαίνουν με τραγικό τρόπο, παραήταν σκληρή.
Σ' αυτή τη φωτογραφία βλέπουμε τον Τσέχοφ με τη μητέρα του και τις δύο αδερφές του. Ούτε ο Τσέχοφ είχε χαρούμενα παιδικά χρόνια -δεν ξέρω αν υπάρχει μεγάλος συγγραφέας με χαρούμενα παιδικά χρόνια, είμαι όμως σχεδόν σίγουρη ότι δεν υπάρχει μεγάλος Ρώσος συγγραφέας με χαρούμενα παιδικά χρόνια. Ο πατέρας του, όπως και ο πατέρας του Ντοστογιέφσκι, ήταν αυταρχικός, βίαιος και μέθυσος, ενώ η μητέρα του, που υπέφερε όπως και τα παιδιά της από τα ξεσπάσματα του άντρα της, προσπαθούσε να δημιουργήσει έναν άλλο, πιο χαρούμενο κόσμο γι' αυτά, μέσα από τις ιστορίες που τους αφηγούνταν για τα ταξίδια που έκανε σε όλη τη Ρωσία μαζί με τον έμπορο πατέρα της.
Από τις οικογενειακές φωτογραφίες δε θα μπορούσε να λείπει αυτή του Μαρσέλ Προυστ μαζί με τον αδερφό του Ρομπέρ και την αγαπημένη του μητέρα, της οποίας τα χαρακτηριστικά έχει δώσει στους χαρακτήρες της μητέρας και της γιαγιάς του αφηγητή στο Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο. Ο Προυστ ήταν εξαιρετικά δεμένος με τη μάνα του· όντας φιλάσθενος ως παιδί, ενέπνευσε στη μητέρα του μια υπερπροστατευτική συμπεριφορά, που μάλλον τον οδήγησε ν' αναπτύξει μια ανυπόφορη ευαισθησία που άγγιζε (για να μην πω ξεπερνούσε) την υποχονδρία.
Το αφιέρωμα στις μαμάδες θα κλείσει με τη φωτογραφία του Μπρεχτ και του αδερφού του μαζί με τη μητέρα τους. Πέρα από το ότι ο Μπρεχτ φαίνεται να ήταν ένα γλυκύτατο παιδάκι, έχει γράψει ένα συγκλονιστικό ποίημα για τον θάνατο της μητέρας του, με το οποίο θα ήθελα να κλείσω αυτό εδώ το post:
Τη μορφή της δεν τη θυμάμαι πια, πώς ήταν πριν οι πόνοι της
αρχίσουν. Αποκαμωμένη, ανασήκωνε τα μαύρα μαλλιά της
απ' το ξεσαρκωμένο μέτωπό της - το βλέπω ακόμα
κείνο το χέρι να σαλεύει.
Χειμώνες είκοσι τη φοβερίσαν, τα βάσανά της δεν είχαν σωσμό,
κι ο θάνατος ντρεπόταν σαν τη ζύγωνε. Και τότε πέθανε,
και το κορμί της ήτανε σαν παιδιού κορμί.
Στο δάσος είχε μεγαλώσει.
Πέθανε ανάμεσα σε πρόσωπα που' χαν τραχύνει βλέποντας
την τόσο καιρό να ξεψυχάει. Τη συγχωρέσαμε που έτσι βασανίστηκε,
μα κείνη είχε χαθεί ανάμεσα στα πρόσωπά μας,
προτού να σβήσει ολότελα.
Τόσοι και τόσοι μας αφήνουνε χωρίς να τους κρατήσουμε.
Έχουμε πει το καθετί, τίποτα πια δεν έχει απομείνει ανάμεσα σε
μας κι εκείνους, σκληραίνουνε τα πρόσωπά μας σαν χωρίζουμε.
Κι όμως το πιο σπουδαίο δεν το είπαμε, τόσο αναμασούσαμε
τ' ασήμαντα.
Ω, γιατί τα πιο σπουδαία να μην τα πούμε, ήτανε τόσο εύκολο,
και τώρα θα κολαστούμε για τη σιωπή μας.
Εύκολες ήταν οι λέξεις, σφίγγονταν πίσω από τα δόντια μας.
Καθώς γελούσαμε έπεσαν,
και τώρα το λαιμό μας πνίγουν.
Το δείλι, χτες, πρωτομαγιά, πέθανε η μητέρα μου!
Και δε μπορώ από τη γη να τηνε ξεριζώσω με τα νύχια μου!
Μπέρτολντ Μπρεχτ, "Ποιήματα", μτφρ. Μάριος Πλωρίτης, Εκδόσεις Θεμέλιο
Συγκλονιστικό ποίημα! Πολύ ωραίο αφιέρωμα! Και τα σχόλια..........
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ μητέρα είτε καλή είτε κακή είτε άρρωστη και αδύναμη είτε δυνατή φαίνεται να παράγει αυτή την ιδιαίτερη απόχρωση που έχει η ζωή του καθενός μας, που μας κάνει ξεχωριστούς και μοναδικούς.
πολύ ωραίο αφιερωμα και μοναδικό ως προς τις φωτογραφίες..
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο!!
Στηβ
Σας ευχαριστώ και τους δύο! Συμφωνώ κι εγώ (δε νομίζω να διαφωνεί και κανείς δηλαδή...) πως πρόκειται για την πιο καθοριστική σχέση στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας.
ΑπάντησηΔιαγραφή