Σάββατο 2 Μαρτίου 2013

Ο ΒΟΥΔΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΑΣΤΕΙΩΝ Ή ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΑΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΕΙ ΈΝΑ ΕΞΩΦΥΛΛΟ

     Πολλές φορές έχει τύχει να επιλέξουμε ένα βιβλίο επειδή το εξώφυλλο μας τράβηξε την προσοχή αλλά τελικά δεν αποδείχθηκε αυτό που περιμέναμε. Μου' χει συμβεί κι εμένα αρκετές φορές, μία όμως είναι αυτή που θυμάμαι χαρακτηριστικά. Το μακρινό 1991, όταν ήμουν ακόμα στην τελευταία τάξη του δημοτικού, έφεραν δώρο στους γονείς μου ένα βιβλίο του Hanif Kureishi, "ο Βούδας των Προαστείων", από τις εκδόσεις Οδυσσέας. Ο συγγραφέας είχε γίνει γνωστός στην Ελλάδα από το σενάριο της ταινίας "Ωραίο μου Πλυντήριο", για την οποία μάλιστα είχε βραβευτεί με Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου, και αυτό ήταν το πρώτο του μυθιστόρημα. Το βιβλίο πρέπει να υπάρχει ακόμα στη βιβλιοθήκη των γονιών μου, αν βέβαια έχει γλιτώσει από τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της μάνας μου, στις οποίες δε δείχνει κανένα έλεος σε κανέναν, ούτε στα βιβλία. Το εξώφυλλο λοιπόν ήταν χαρούμενο και πολύχρωμο, με κόκκινο φόντο και κολλάζ διαφόρων προσώπων. Έμοιαζε κάπως με αυτό της αγγλικής έκδοσης, αλλά δεν ήταν ακριβώς έτσι. Βλέποντάς το, σκέφτηκα ότι είχε γίνει κάποιο λάθος: ένα βιβλίο με τέτοιο εξώφυλλο δεν μπορεί ν' απευθύνεται σε μεγάλους, σίγουρα απευθύνεται σε παιδιά. Αποφάσισα λοιπόν ν' αποκαταστήσω το λάθος, όχι επισημαίνοντάς το, αλλά επιστρέφοντάς το βιβλιό στον φυσικό του αποδέκτη, δηλαδή εμένα. Όσοι γνωρίζουν το περιεχόμενο του μυθιστορήματος έχουν αρχίσει ήδη να γελάνε. Οι υπόλοιποι θ' αρχίσουν σε λίγο.
     Πρόκειται στην ουσία για ένα βιβλίο ενηλικίωσης, καθώς μιλάει για το πέρασμα ενός νέου στην ενήλικη ζωή μέσα από διάφορες εμπειρίες που διαμορφώνουν εν τέλει την προσωπικότητά του. Υπάρχουν πάρα πολλά τέτοια βιβλία, όπως το "Πορτραίτο του Καλλιτέχνη σε Νεαρή Ηλικία" του Joyce ή ακόμα και το "Μαγικό Βουνό" του Mann, για ν' αναφέρουμε δύο απ' τα καλύτερα δείγματα του είδους. Ο "Βούδας των Προαστείων" μιλά για έναν νέο που, μεγαλώνοντας στα προάστεια του Λονδίνου τη δεκαετία του 70, ονειρεύεται να ξεφύγει από τη μιζέρια τους και να κατακτήσει τη μεγάλη πόλη. Πρόκειται εν πολλοίς για ένα αυτοβιογραφικό κείμενο μιας και ο Καρίμ, ο ήρωας του βιβλίου, είναι μισός Άγγλος και μισός Πακιστανός, όπως και ο ίδιος ο Kureishi, που επίσης μεγάλωσε σε λονδρέζικο προάστειο την ίδια περίπου εποχή. Ο Καρίμ πράγματι μετακομίζει στο Λονδίνο και ρίχνεται με μανία σε όλα όσα ονειρευόταν: ξέφρενα πάρτυ, ναρκωτικά, άφθονο ελεύθερο σεξ και γνωριμία με ανθρώπους όλων των ειδών και των κοινωνικών τάξεων, όπως η μητριά του η Εύα, που προσπαθεί με κάθε τρόπο να αναρριχηθεί στην "καλή" κοινωνία του Λονδίνου ή η ερωμένη του η Έλινορ, η οποία, αν και μεγαλοαστή, προσποιείται ότι ανήκει στην εργατική τάξη. Σ' ολο το βιβλίο παρακολουθούμε τον Καρίμ να ζει διάφορες εμπειρίες και παράλληλα να προσπαθεί να βρει την ταυτότητά του, πράγμα δύσκολο για κάθε νέο και ακόμα δυσκολότερο για κάποιον μισό Πακιστανό- μισό Άγγλο. Ωραία όλα αυτά. Όχι όμως όταν είσαι 11 χρονών. Σ' αυτή την ηλικία δεν έχεις ιδέα ούτε από αγωνιώδη αναζήτηση ταυτότητας ούτε από επώδυνη περιπέτεια ενηλικίωσης. Το μόνο που βλέπεις διαβάζοντας ένα τέτοιο βιβλίο είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν έρωτα από απλή ευχαρίστηση, χωρίς καν να είναι ερωτευμένοι και επίσης παίρνουν ναρκωτικά με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς να τους τα έχει ρίξει κάποιος στο ποτό, και μετά συνεχίζουν να ζουν κανονικά, αντί να καταλήγουν στις δημόσιες τουαλέτες με μια σύριγγα καρφωμένη στο μπράτσο τους. Ω Θεέ μου. Ω ΘΕΕ ΜΟΥ. Τι πράγματα ήταν αυτά; Σε τι κόσμο ζούσα; Το βιβλίο αυτό κλόνιζε τη σταθερή εικόνα που είχα φτιάξει για τον κόσμο με τη βοήθεια της μαμάς μου, της δασκάλας μου και της τηλεόρασης. Ο υπερσυντηρητικός εντεκάχρονος εαυτός μου ήταν αηδιασμένος. Παρ 'όλα αυτά, συνέχισα να διαβάζω το βιβλίο μέχρι τέλους, με τη γλυκειά έξαψη που νιώθουμε όταν κάνουμε κάτι απαγορευμένο. Και μετά επέστρεψα στη μακάρια καθημερινότητα ενός εντεκάχρονου παιδιού.
    Ξαναδιάβασα το "Βούδα των Προαστείων" όταν τελείωνα το λύκειο. Μπορεί να μη μεγάλωνα στο Λονδίνο της δεκαετίας του 70 και να μην ήμουν τόσο τολμηρή και ανήσυχη όσο ο ήρωας, όμως ταυτιζόμουν απόλυτα μαζί του όταν, κλεισμένος στο εφηβικό του δωμάτιο, αργά τη νύχτα, άκουγε τους δίσκους του και ένιωθε έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο που, στα δικά του μάτια, ταυτιζόταν με το κέντρο του Λονδίνου και στα δικά μου με το κέντρο της Αθήνας.
     Χρόνια μετά, καθώς περπατούσα στο Brixton του Λονδίνου, μπήκα σ' ένα βιβλιοπωλείο με βιβλία από δεύτερο χέρι. Την προσοχή μου τράβηξε ένα βιβλίο με πολύ απλό εξώφυλλο, κίτρινο με μαύρα γράμματα, το Intimacy ("Οικειότητα" ή ίσως "Εγγύτητα" - τι ωραία που είναι τα διλημματα της μετάφρασης!) του Kureishi. Θυμήθηκα την επεισοδιακή πρώτη μας γνωριμία και το αγόρασα. Διαβάζοντας το, ένιωθα ότι ξανασυναντούσα τον Καρίμ, όταν πια είχε ενηλικιωθεί για τα καλά και βίωνε την περιβόητη κρίση της μέσης ηλικίας. Άλλωστε, γι' αυτό ακριβώς μιλούσε το βιβλίο.
   Ο ήρωας, από Πακιστανό πατέρα και Αγγλίδα μάνα, που μεγάλωσε στα προάστεια του Λονδίνου και κέρδισε το Όσκαρ σεναρίου πριν ακόμα κλείσει τα 30, δηλώνει στην πρώτη παράγραφο του βιβλίου ότι πρόκειται να εγκαταλείψει τη γυναίκα του και τους δυό γιους του. Ο Kureishi το έγραψε αμέσως μετά το χωρισμό του με την επι δέκα χρόνια σύζυγό του, με την οποία είχε δύο γιούς. Πραγματικά εκπλήσσομαι που μπήκε στον κόπο έστω ν' αλλάξει τα ονόματα των ηρώων. Διαβάζοντας, ανακάλυψα ότι ο ήρωας δεν είχε ωριμάσει ούτε στο ελάχιστο. Σαν όλα τα παιδιά, γκρινιάζει για τους άλλους και το τι κάνουν ή δεν κάνουν σε σχέση μ' εκείνον αλλά δεν του περνά καν από το μυαλό να εξετάσει τι κάνει και τι δεν κάνει εκείνος σε σχέση μ' αυτούς. Παραμένει εγωκεντρικός, νάρκισσος και ανεύθυνος αλλά παράλληλα, σ' όλο το κείμενο επιδίδεται σε μια φοβερά ψυχοφθόρα αυτολύπηση και αυτοταπείνωση. Στέκεται πελαγωμένος μπροστά στη ζωή του και τις επιλογές του και προσπαθεί να εντοπίσει ποιος είναι και τι θα τον κάνει ευτυχισμένο. Στο μεταξύ, τρέφει μέσα του την αυταπάτη ότι μπορεί να ξαναγυρίσει στην ανεμελιά και την παντοδυναμία της νεότητας αν παρατήσει τα δεσμά μιας συμβατικής οικογενειακής ζωής και ζήσει μαζί με τη νεαρή ερωμένη του. Ο τρόπος με τον οποίο τα εξομολογείται όλα αυτά ο αφηγητής και οι λεπτομέρειες που μοιράζεται με τον αναγνώστη είναι τόσο προσωπικά, που μερικές φορές νιώθεις άβολα με το βαθμό της οικειότητας. Στο τέλος, εγκαταλείπει την οικογένειά του αλλά αυτό δε μειώνει το υπαρξιακό του άγχος, ούτε τον φέρνει πιο κοντά στην αυτογνωσία. Τελειώνοντας το βιβλίο χαμογέλασα, σκεπτόμενη ότι αν το είχα διαβάσει στην ηλικία των 11 ετών, θα μισούσα τον ήρωα με όλες μου τις δυνάμεις. Μη σας πω ότι θα το έκρυβα ως άκρως ακατάλληλο για γονείς... Όταν το διάβασα όμως απείχα πια αρκετά από εκείνη την ηλικία και τα συναισθήματά μου ήταν τελείως διαφορετικά. Ήταν πολύ ενδιαφέρον, ειδικά για μια γυναίκα, να αποκτά πρόσβαση στον τρόπο σκέψης ενός τέτοιου τύπου, για τον οποίο ένιωθα βέβαια μια κάποια περιφρόνηση αλλά κυρίως θλίψη και οίκτο για τα χρόνια που άφησε να περάσουν χωρίς να μπορέσει να διαλύσει τις ναρκισσιστικές του αυταπάτες. Κι αυτό όμως ανθρώπινο είναι. Με τον καιρό, έμαθα να είμαι πιο επιεικής με τους ανθρώπους και τις αδυναμίες τους. Φαίνεται ότι εγώ, σε αντίθεση με τον Kureishi και τους ήρωές τους, είχα μεγαλώσει αρκετά από την πρώτη μας συνάντηση...

Υ.Γ. 1: Δε γνωρίζω αν  "Ο Βούδας των Προαστείων" κυκλοφορεί ακόμα στην ελληνική αγορά. Στην αναζήτησή μου στο ίντερνετ δεν μπόρεσα να βρω εικόνα του βιβλίου. Το "Intimacy" κυκλοφορεί με τον τίτλο "Οικείες Απιστίες", από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Μου φαίνεται όμως ότι ο τίτλος αυτός περιορίζει το θέμα του βιβλίου σε μια απλή ιστορία απιστίας, οπότε είμαι αρνητικά προκατειλημμένη απέναντι στη μετάφραση.

Υ.Γ. 2: "Ο Βούδας των Προαστείων" γυρίστηκε σε μίνι σειρά για το BBC το 1993. Τη μουσική είχε γράψει ο David Bowie.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου