Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

ΜΟΝΟΣ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ

     Τις μέρες θριάμβου του ναζιστικού καθεστώτος, αμέσως μετά την κατάκτηση της Γαλλίας, ο Ότο και η Άννα Κβάνγκελ παίρνουν ένα γράμμα που τους πληροφορεί ότι ο γιος τους σκοτώθηκε στο μέτωπο. Η τρομερή αυτή απώλεια κάνει τους Κβάνγκελ, ένα πληκτικό ζευγάρι που απλώς κοιτάει τη δουλειά του, ν' αλλάξουν στάση, ν' αντισταθούν στη ναζιστική θηριωδία και να διαφυλάξουν την αξιοπρέπειά τους, πράγμα που -το ξέρουν από την πρώτη στιγμή- θα τους οδηγήσει στον θάνατο. Η αντιστασιακή τους δράση συνίσταται στο να γράφουν κάρτες με συνθήματα εναντίον του Φύρερ και του παράλογου πολέμου του και να τις αφήνουν στους διαδρόμους πολυσύχναστων πολυκατοικιών. Οι άχρωμοι, μεθοδικοί και προσεκτικοί Κβάνγκελ καταφέρνουν να περνούν απαρατήρητοι και να ρίχνουν τη μία κάρτα μετά την άλλη στα κτίρια του Βερολίνου, προσδοκώντας ότι θ' αφυπνίσουν τον κόσμο που θα τις διαβάζει και στη συνέχεια θα τις μοιράζει και σε άλλους. Στην πραγματικότητα, οι περισσότερες από τις κάρτες που γράφουν παραδίδονται αμέσως στην Γκεστάπο από τους έντρομους πολίτες που φοβούνται μήπως κατηγορηθούν για αντικαθεστωτική δράση. Η μόνη αντίδραση στις κάρτες των Κβάνγκελ προέρχεται από την ίδια την Γκεστάπο και τους επιθεωρητές της, οι οποίοι δεν μπορούν να δεχτούν ότι, δύο χρόνια μετά την πρώτη κάρτα, δεν έχουν ακόμα τον "Φαντομά" στα χέρια τους. Έρχεται όμως η στιγμή που οι Κβάνγκελ κάνουν κάποιο λάθος, πέφτουν στα χέρια των διωκτών τους και καταδικάζονται σε αποκεφαλισμό. Εκτός από το ζεύγος Κβάνγκελ, στο βιβλίο κινούνται διάφορα πρόσωπα: άλλοι μικρόνοες, χαμερπείς και θρασύδειλοι, όπως οι κτηνώδεις Περζίκε, ο μικροκακοποιός Μπορκχάουζεν και ο εισαγγελέας που απαιτούσε σκληρότερη ποινή ακόμα και τη στιγμή που ο Ότο Κβάνγκελ οδηγούνταν προς εκτέλεση, κι άλλοι ακέραιοι, συμπονετικοί και ανθρώπινοι, όπως ο ηλικιωμένος δικαστής Φρομ, η νεαρή Τρούντελ και η ταχυδρόμος Άννα Κλούγκε, η οποία, όταν μαθαίνει ότι ο γιος της περηφανευόταν για τους Εβραίους που σκότωσε στην Πολωνία, αποκηρύσσει το ίδιο της το παιδί, αποχωρεί από το Κόμμα κι εγκαταλείπει το Βερολίνο για να ζήσει στην επαρχία.
     Ο Φάλαντα έγραψε το "Μόνος στο Βερολίνο" το 1946, μέσα σε λίγες μέρες, μερικούς μήνες πριν πεθάνει από την καρδιά του, λόγω του χρόνιου εθισμού του στη μορφίνη και το αλκοόλ. Ο πυρήνας της ιστορίας είναι πραγματικός: πρόκειται για την υπόθεση του Ότο και της Ελίζ Χάμπελ, οι οποίοι, μετά τον θάνατο του αδερφού της Ελίζ στο γαλλικό μέτωπο, άρχισαν να γράφουν κάρτες κατά του Χίτλερ κι όταν τους έπιασαν, δύο χρόνια μετά την έναρξη της δράσης τους, τους αποκεφάλισαν. Ο Φάλαντα, με κέντρο αυτή την ιστορία, αποτυπώνει τη φρικτή, ερεβώδη πραγματικότητα των πιο σκοτεινών χρόνων του 20ου αιώνα. Για την ακρίβεια, έχει τα κότσια ν' αποτυπώσει αυτή την πραγματικότητα, χωρίς καμία προσπάθεια να μετριάσει τον τρόμο και την αθλιότητα που επικρατούσαν στη γερμανική κοινωνία κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ και που έφερναν αντιμέτωπο με τη μοναξιά του θανάτου όποιον επέλεγε να εναντιωθεί σ' έναν τέτοιο εξευτελισμό της ανθρώπινης ύπαρξης. Το "Μόνος στο Βερολίνο" είναι ένα βιβλίο που δε χαρίζεται σε κανέναν· είναι ένα ξερό, παγερό μα μεγαλειώδες βιβλίο, όπως ακριβώς και ο ήρωάς του, ο εργοδηγός Ότο Κβάνγκελ.

"Γιατί το κάνατε, μου λέτε;"
"Ποιο;" ρώτησε αδιάφορα ο Κβάνγκελ, δίχως να κοιτάζει τον ατσαλάκωτο κύριο.
"Γιατί γράφατε τις κάρτες; Αφού τελικά δεν είχαν κανένα νόημα, και θα σας στοιχίσουν τη ζωή σας".
"Επειδή είμαι χαζός. Επειδή δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα καλύτερο. Επειδή υπολόγιζα ότι η επίδρασή τους θα ήταν διαφορετική. Γι' αυτό!"
"Και δεν λυπάστε; Δεν στενοχωριέστε που θα χάσετε τη ζωή σας για μια χαζομάρα;"
Ένα αυστηρό βλέμμα στυλώθηκε πάνω στον δικηγόρο, ένα γέρικο, περήφανο, σκληρό, γερακίσιο βλέμμα. "Τουλάχιστον διαφύλαξα την αξιοπρέπειά μου", είπε ο Ότο Κβάνγκελ. "Δεν συμμετείχα".
Ο δικηγόρος κοίταξε για πολλή ώρα τον σιωπηλό άντρα που καθόταν μπροστά του. Ύστερα είπε: "Αρχίζω να πιστεύω ότι ο συνάδελφός μου, ο συνήγορος της γυναίκας σας, είχε δίκιο: είστε και οι δύο τρελοί".
"Είναι τρέλα να θέλει κανείς πάση θυσία να διαφυλάξει την αξιοπρέπειά του;"
"Μπορούσατε να το κάνετε και χωρίς τις κάρτες".
"Σιωπηρή συναίνεση ονομάζεται αυτό. Εσείς τι έχετε κάνει, για να είστε ένας καθωσπρέπει κύριος με ατσαλάκωτα παντελόνια, γυαλισμένα νύχια και πουλημένες αγορεύσεις; Ποιο είναι το τίμημα που πληρώσατε;"
Ο δικηγόρος δεν μίλησε.
"Τώρα πια δεν υπάρχει σωτηρία για σας!" είπε ο Κβάνγκελ. Θα πληρώνετε για πάντα το τίμημα, και ίσως μια μέρα χρειαστεί να το πληρώσετε με τη ζωή σας, ακριβώς όπως κι εγώ, μόνο που  ο λόγος θα είναι πολύ διαφορετικός: εσείς θα το κάνετε για την ατιμία σας!"[...]
"Κι όμως, θα υποβάλω αίτηση χάριτος", είπε ο δικηγόρος.
Ο Κβάνγκελ δεν απάντησε.
"Εις το επανιδείν!" είπε ο δικηγόρος.
"Δεν νομίζω ότι θα ξανασυναντηθούμε -εκτός κι αν παρακολουθήσετε την εκτέλεσή μου. Είστε επίσημος προσκεκλημένος μου!"
Ο δικηγόρος έφυγε.

Υ.Γ.: Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις, σε εξαιρετική μετάφραση της Άντζη Σαλταμπάση.


7 σχόλια:

  1. Είναι όντως πολύ καλό! dz

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Το θυμάμαι που το διάβαζες κι εσύ! Νομίζω ότι το είχα δει πρώτη φορά σπίτι σου... Πολλά φιλιά!

      Διαγραφή
  2. Από τις πιο ωραίες αναρτήσεις και κείμενα του bibliokult..

    και η φωτογραφία σαν επίλογος..ΩΩΩΧΧ

    Στηβ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ! Έχεις δίκιο, είναι ο Φάλαντα σ' αυτή τη φωτογραφία, σαν να τον βαραίνουν τα δεινά όλου του κόσμου... Ε τον καψερό, που λέμε κι εμείς οι Πελοποννήσιοι...

      Διαγραφή
  3. Πραγματικά από τις πιο ωραίες αναρτήσεις, φαίνεται πολύ αξιόλογο βιβλίο. Μου θυμίζει τον Χόρβατ που με άλλο τρόπο, εξίσου σκληρό, είχε περιγράψει την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία που διείσδυε ύπουλα και ανεπαίσθητα κατέστρεφε κάθε ίχνος ανθρωπιάς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ' ευχαριστώ! Δεν έχω διαβάσει Χόρβατ, στη λίστα κι αυτός, να δω τι θα πρωτοδιαβάσω! Καλό βράδυ!

      Διαγραφή
  4. Είναι θεατρικός συγγραφέας. Δεν έχω διαβάσει κάποιο έργο του αλλά έχω δει στο παρελθόν δυο συγκλονιστικές παραστάσεις με έργα του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή